Humidity

Cask Gallery, Λάρισα

Επιμέλεια: Φαίη Τζανετουλάκου

2024

 

Στην προσπάθεια μας να δούμε και να κατανοήσουμε τον κόσμο γύρω μας, είναι εύκολο να ξεχάσουμε ή να απορρίψουμε τη σχέση που έχουμε με το νερό. Συνήθως, θεωρούμε ότι το νερό εμποδίζει ή παραμορφώνει την όρασή μας. Άμεσα απομακρύνουμε τα δάκρυά μας και χρησιμοποιούμε γυαλιά για να προστατεύσουμε τα μάτια μας κάτω από την επιφάνεια οποιασδήποτε υδάτινης επιφάνειας. Η λάμψη του ήλιου στην επιφάνεια του νερού, ισχυριζόμαστε ότι μας «τυφλώνει», όπως μας γητεύει αρνητικά η ναρκισσιστική φιγούρα που μας κοιτάζει πίσω από την αντανάκλαση της λίμνης. Οι τρόποι με τους οποίους έχουμε κατανοήσει και εμπλακεί με την κραταιά λογική πίσω από την αίσθηση της όρασης επιβάλλουν ξηρότητα, στερεότητα και απόσταση, ενώ απωθούν την υγρασία, τη ρευστότητα και την εγγύτητα. Η ‘ξηρή’ αντίληψη διαβάζει περιγράμματα και προβάλλει όρια. Για την ‘υγρή’ αντίληψη δεν υπάρχουν σύνορα και όλα διαχέονται το ένα μέσα στο άλλο. Στο βιβλίο του Cinema 1: The Movement-Image, ο Deleuze στοχάζεται επάνω στη ρευστότητα της λάβας των απαρχών του πλανήτη και θεωρεί ότι η ψύξη της Γης και η στερεοποίηση επέτρεψε όχι μόνο τη ζωή που αναδύθηκε μέσα από την ‘αρχέγονη σούπα’, αλλά και τη συγκεκριμένη αντίληψη που αναγνώρισε τα πρώτα περιγράμματα στερεών, άκαμπτων γεωμετρικών σωμάτων. Έτσι, το στερεό αντικείμενο της προσοχής του ματιού άρχισε να διαμορφώνει μια εξίσου σταθερή όραση. Φαίνεται ότι τα μάτια μας, αν και τα ίδια αποτελούνται από υγρό, έχουν εξελιχθεί για να διακρίνουν, να διαφοροποιούν και να κατηγοριοποιούν. Χρώματα, υφές, σχήματα αλλά και έθνη, φύλα, φυλές, τάξεις. Στην εποχή της κλιματικής κρίσης αυτός ο επίπλαστα σταθερός κόσμος που αρέσκεται στις οπτικές και μη διαφοροποιήσεις, βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού, με τα στοιχεία της φύσης να επιχειρούν να ανακτήσουν τα χαμένα τους εδάφη από τις ανθρώπινες δραστηριότητες μιας οικονομίας που θεωρείται σταθερή όταν απομυζά τους φυσικούς πόρους. 

Η εικαστική πρακτική του Θεόδωρου Ζαφειρόπουλου είναι μία ποιητική πράξη ίασης. Ο καλλιτέχνης ως περιηγητής τοπίων ανά τον κόσμο, τα οποία χαρακτηρίζονται από το υγρό στοιχείο, τα συνδυάζει σε πολυδιάστατες εικόνες που μοιάζουν να εξέρχονται από τον τόπο του ονείρου. Λεπτά φιλμ από σκηνές κρυστάλλινης διαύγειας διαδέχονται θολά φασματικά σχήματα, σε μία συμβολική έκταση της πρισματικής γεωμετρίας των αναμνήσεων. Αυτές οι παρόχθιες ελεγείες λειαίνουν τις σκληρές ακμές των συνόρων και γεφυρώνουν την απόσταση, από τις υδαρές σκιές στην ψυχή. Κι αυτή η σταδιακή διάλυση των παραστατικών συντεταγμένων, οι διαβρώσεις των ινών θραυσμάτων που εδράζονται στο θυμικό, μοιάζουν να τεντώνουν το χρόνο, μεταφέροντας μας σε ένα παρελθόν οικολογικής βραδύτητας που ενυπάρχει ως ανόργανη γνώση σε κάθε πέτρα που έχει σμιλεύσει το νερό. Έξαφνα ένας θαλάσσιος βιομορφικός οργανισμός αναδύεται και περιελίσσεται στο χώρο σαν φυσικός ξενιστής που με παραφορά και ζωική ορμή καταλαμβάνει τους τοίχους. Ως ζωντανή ταπετσαρία, πολλαπλά φύκια από τη Νορβηγία αναδύονται από τα έγκατα μιας υποθαλάσσιας μνήμης και δομούν τον Καθεδρικό της Άβυσσος. Η οσμή, η σαρκώδης απαλότητα, η γεύση της αλμύρας, το απόκοσμο φως που εκλύουν, δημιουργούν συνθήκες πλήρους φαντασμαγορικής συναισθησίας. Ατενίζοντας το παράξενο αυτό φυτικό είδος που ξεφυτρώνει από την υποθαλάσσια φωτοσύνθεση και ζωντανεύει με την υγρασία, το παρακολουθούμε να ξεδιπλώνεται και να περιτυλίγεται σαν πλόκαμος φυσικής σοφίας, ευωδιάζοντας ιώδιο και αποσυντεθειμένα φύλλα, σαν τον γυρισμό σε μια αρχέγονη μήτρα. Αφού η άβυσσος αναδύθηκε ως ωκεάνια μήτρα, το υλικό της πλάσης μας, το χώμα, ετοιμάζεται να καταδυθεί και αυτό σε μία λυρική επιτελεστική δραματουργία της οντολογίας του σύμπαντος. Ένα καταγωγικό αντικείμενο, ένα πήλινο πηγάδι αρχίζει να διαβρώνεται από το νερό που φτιάχτηκε για να το συγκρατεί, ως παραβολή του λατινικού αινίγματος ‘Quod me nutrit, me destruit’ . Το χώμα καθώς λιώνει, παίρνει μαζί του και το όριο που διαχωρίζει το μέσα από το έξω, το γήινο από το θαλάσσιο, το υλικό από το άυλο, το ουράνιο από το χθόνιο, τα δίπολα που γέννησαν την ένταση της ζωής. Η εικαστική εγκατάσταση του πηγαδιού ως υγρός αγωγός ενέργειας, δομείται πάνω στη σύντηξη παράδοσης και συγχρονικότητας, και περι-γράφει το πηγάδι σαν έργο εσωτερικής land art, ένα αρχέγονο, πήλινο spiral jetty που λειτουργεί μεθεξιακά για τους θεατές σε μία μυσταγωγική διαδρομή σύνδεσης με το κέντρο του σύμπαντος μας, με τη φυσική μας υπόσταση που ξεχάστηκε στο πέρασμα των χρόνων.

Στο Humidity η διαπάλη των φυσικών υλών περιγράφεται ως ένα δυναμικό σύστημα που επηρεάζει ανθρώπινους και μη ανθρώπινους κόσμους. Η φύση δημιουργεί ατμόσφαιρες για να ανασάνει. Οι ωκεανοί, τα σύννεφα, ο υδροφόρος ορίζοντας αναγνωρίζονται ως μηχανές διατήρησης της ζωής, με έναν τρόπο ανιδιοτελή και γενναιόδωρο, φέροντας μία εγγενή οικονομία. Τα έργα του Θεόδωρου Ζαφειρόπουλου περιγράφουν μια περιβαλλοντική αισθητική που αφορά την κλιματική δικαιοσύνη και τη βαθιά οικολογία. Και κυρίως μας κάνει να συλλογιστούμε για τη φύση που επιθυμούμε να έχουμε στη ζωή μας, ως το ακριβώς αντίθετο της σημερινής εποχής που βρίθει από το περιττό και το αναλώσιμο. Η εγκατάσταση του Θεόδωρου Ζαφειρόπουλου μας αφηγείται μία αρχέγονη κατάσταση συμ-βίωσης με τη φύση έξω και εντός μας. Με τη ρευστότητα της ελευθερίας μας ως εντροπικό νοητικό άνυσμα. Η είσοδος μας σε αυτή την έκθεση, την ζωντανεύει. Και μέσα από αυτό το ταξίδι αυτογνωσίας υπάρχουμε κι εμείς.